Monday, 28 September 2015




Ἡ ἀκυρότητα τοῦ λατινικοῦ βαπτίσματος
καί ὁ οἰκουμενικός διάλογος


Εἰσαγωγή Ἱ.Μ. Παντοκράτορος

Δημοσιεύουμε παρακάτω τήν περίληψη τῆς ἀκαδημαϊκῆς συμβολῆς τοῦ Ἐπικούρου Καθηγητοῦ κ. Παύλου Βρομπλέφσκι (Paweł P. Wróblewski), τοῦ ἐν Πολωνίᾳ Πανεπιστημίου τοῦ Βροκλάου, σέ διεθνές συνέδριο οἰκουμενιστικοῦ χαρακτῆρος πού ἔλαβε χώρα τόν παρελθόντα Μάιο (2015) στό Ἰησουϊτικό Πανεπιστήμιο Φιλοσοφίας καί Παιδείας «Ἰγνατιανόν» τῆς Κρακοβίας (“Jesuit University of Philosophy and Education Ignatianum”). Ἡ ὁμιλία τοῦ Καθηγητοῦ Βρομπλέφσκι, μία εἰλικρινής, πεπαρρησιασμένη καί ὀρθοδόξως ἀκριβής ἐκκλησιολογική τοποθέτηση, ἅπτεται καί πάλιν τοῦ φλέγοντος θέματος τῆς ὀρθῆς, ἀκριβοῦς ἑρμηνείας τῶν ἱερῶν Κανόνων καί τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Πατέρων περί τῆς ἀκυρότητος (κατά τήν εἰσδοχή κάποιου στήν Ὀρθοδοξία) ὅσων τύπων ἑτεροδόξου χριστιανικοῦ βαπτίσματος ἔχουν προηγηθεῖ (συμπεριλαμβανομένου τοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ) καί δέν ἔχουν γίνει μέ τριττή κατάδυση καί μία ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ὁ Καθηγητής οὐσιαστικῶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ «οἰκονομία» τῆς ἀποδοχῆς ἑτεροδόξων στήν Ἐκκλησία μέσῳ Χρίσματος καί ὄχι Βαπτίσματος, δέν καταργεῖ τήν ἐκκλησιολογική «ἀκρίβεια», ἀνέκαθεν μαρτυρημένη στήν Ἐκκλησία, ὅτι ὅλα τά μυστήρια τῶν αἱρετικῶν («ἑτεροδόξων») θεωροῦνται παντελῶς ἄκυρα, καί συνεπῶς εἰσερχόμενοι πάντες οἱ ἑτερόδοξοι στήν Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία, πρέπει νά βαπτίζονται ἐξ ἀρχῆς. Ἡ «οἰκονομία» τῆς ἀποδοχῆς τῶν αἱρετικῶν στήν Ὀρθοδοξία χωρίς Βάπτισμα, ἀλλά μόνον μέ Χρῖσμα, προϋποθέτει, κατά τούς ἱερούς Κανόνες, ὅτι τό βάπτισμά τους στήν αἵρεση ἔγινε ὄχι μόνον μέ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλά καί μέ τριπλῆ κατάδυσή τους στήν κολυμβήθρα. Αὐτό ὅμως δέν ἰσχύει στόν Παπισμό («Ρωμαιοκαθολικισμό»), διότι ἐκεῖ ἐφαρμόζεται ράντισμα (ἤ ἐπίχυση) καί ὄχι κατάδυση, ἐφόσον ἄλλωστε καί ἀπό τά ἀρχαῖα χρόνια εἶχε εἰσαχθεῖ στή Δύση καί ἡ ἀντικανονική, ἅπαξ κατάδυση, ἀντί τῆς ἐκκλησιαστικῆς, τῆς τριττῆς.

Περί τῆς θαυμαστῆς καί ἐν πλήρει ἐπιγνώσει μεταστροφῆς τοῦ Καθηγητοῦ Παύλου Βρομπλέφσκι στήν Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθόδοξη, ἔχουμε καί ἄλλοτε γράψει στήν ἱστοσελίδα μας. Τό παρόν κείμενο, ἐπιτομή τῆς ἐπιστημονικῆς του εἰσηγήσεως στό συνέδριο «Ἐξ Ἀνατολῶν Φῶς», μεταφράσαμε ἀπό τά ἀγγλικά, ἀπό τό blog «Ὀρθοτομία».


Ἡ ὀρθόδοξος διδασκαλία  
περί τῆς ἀκυρότητος τοῦ λατινικοῦ βαπτίσματος
καί ἡ σημασία της γιά τόν σύγχρονο θεολογικό διάλογο

ὑπό Πάβελ Βρομπλέφσκι, Δρ. Φιλ.,
Ἐπικούρου Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Βροκλάου (Πολωνίας)


Μία περίληψη τῆς ὁμιλίας πού ἐκφωνήθηκε στίς 14 Μαΐου 2015, κατά τή διάρκεια τοῦ διεθνοῦς συνεδρίου «Ἐξ ἀνατολῶν φῶς: οἱ σχέσεις μεταξύ τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως διά μέσου τῶν αἰώνων» στήν Ἰγνατιανή Ἀκαδημία τοῦ Κράκοβ, στήν Πολωνία, παρόντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἰησουΐτου Ἀρχιεπισκόπου Κυρίλλου Βασιλείου, γραμματέως τῆς Βατικανῆς Ἐπιτροπῆς γιά τίς Ἀνατολικές Ἐκκλησίες, πρυτάνεως τοῦ Ποντιφηκικοῦ Ἀνατολικοῦ Ἰνστιτούτου καί συμβούλου τοῦ Ποντιφηκικοῦ Συμβουλίου γιά τήν Προώθηση τῆς Χριστιανικῆς Ἑνότητος.

Ἡ ἑνότητα τοῦ βαπτίσματος, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Ἐφ. 4, 5), προκύπτει ἀπό τήν ἑνότητα τῆς πίστεως στόν ἕνα Θεό. Τό περί βαπτίσματος ἄρθρο πού ἐμπεριέχεται στό Σύμβολο Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως ἐπίσης ἐπιβεβαιώνει, ὅτι ὑπάρχει οὐσιωδῶς ἕνα μοναδικό καί μή ἐπαναλαμβανόμενο Βάπτισμα στήν οὐσιωδῶς μοναδική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων στίς Κατηχητικές Ὁμιλίες διδάσκει ὅτι ἡ Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ εἶναι πού ἐξαγίασε ὅλα τά βαπτισματικά τελετουργικά. Ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας στόν 91ο Κανόνα του προσθέτει ὅτι ὅλες οἱ προϋποθέσεις τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, ἀνάμεσά τους καί ἡ  τριττή κατάδυση, εἶναι μέρος τῆς ἀγράφου Παραδόσεως, πεφυλαγμένης σιωπηρῶς ἀπό τούς Πατέρες, κατέναντι ὁποιασδήποτε βεβηλώσεως.

Ἡ ὀρθόδοξος διδασκαλία γιά τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, στό βαθμό πού προσδιορίστηκε ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, συνιστᾷ τήν βάση γιά τήν μή ἀναγνώριση τῶν λατινικῶν μυστηρίων, θέμα τό ὁποῖο ἔγινε τό κύριο παράπονο ἐναντίον τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλαρίου τό ἔτος 1054. Λοιπόν, κατά τόν Μεσαίωνα, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐφαρμόζει στήν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ τόν Ζ΄ Κανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἔθεσε ἕνα πρότυπο γιά τούς Εὐνομιανούς, πού βάπτιζαν μέ μία μόνον κατάδυση (ἡ ἴδια πρακτική εἰσήχθη στόν δυτικό κόσμο ἀπό τήν 4η Σύνοδο τοῦ Τολέδου τό 633), νά γίνονται δεκτοί στήν Ὀρθοδοξία καθώς οἱ ἐθνικοί, δηλαδή μέσῳ Βαπτίσματος. Γράφοντας περί τῶν καινοτομιῶν τῶν Λατίνων, ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης σημείωνε ὅτι δέν ἀκολουθοῦν τήν σύμφωνη μέ τούς Κανόνες τριττή κατάδυση (βάπτισμα, “immersion”), ἀλλά μόνον ἐπίχυση (“infusion”)· ἀρνοῦνται τήν ἑνότητα Βαπτίσματος καί Χρίσματος, πρᾶγμα πού παρατηρήθηκε στήν ἀρχαιότητα μεταξύ τῶν Νοβατιανῶν· ἐπίσης, ἐξέφρασε τόν προβληματισμό του σχετικῶς μέ τήν χρήση τῆς ἐνεργητικῆς φωνῆς «ἐγώ σε βαπτίζω» [στούς Λατίνους], ἀντί τῆς παθητικῆς «βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ» [στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία] κατά τήν ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, πρᾶγμα πού κάνει θολή τήν εἰκόνα τῆς ἀληθοῦς δραστικῆς αἰτίας τοῦ Μυστηρίου.  

Αὐτή ἡ παραδοσιακή ὀρθόδοξη θέση διεκόπη ἀπό τήν πολιτική ἐξουσία, μετά τήν Ἕνωση τῆς Φλωρεντίας. Μία ὀρθή ἀποκατάσταση τοῦ προηγουμένου ἱεροκανονικοῦ «στάτους κβό» ἔγινε στά 1722 καί 1755, ὅταν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες προσδιόρισαν τό Ἅγιον Βάπτισμα ὡς ὑποχρεωτική ὁδό γιά τήν μεταστροφή στήν Ὀρθοδοξία. Αὐτή ἡ ἀπόφαση ἐπιβεβαιώθηκε μέ ἀνάθεμα ἀπό τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλο Ε΄. Οἱ πλήρεις ἐκκλησιολογικοί καί μυστηριολογικοί λόγοι γι’ αὐτό δόθηκαν ἀπό τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί τόν Ἅγιο Μακάριο Κορίνθου· συνᾴδουν μέ τά Πατριαρχικά καί Συνοδικά Γράμματα τοῦ 1848 καί τοῦ 1894, μέ πολεμική πρός τούς Πάπες Πῖο 9ο καί Λέοντα 13ο, τά ὁποῖα ἀναγνωρίζουν τόν Ρωμαιοκαθολικισμό ὡς αἵρεση καί καταδικάζουν τίς καινοτομίες πού παραβιάζουν τόν ἀποστολικό τύπο τῆς τριπλῆς καταδύσεως εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Παρά ταῦτα, κατά τήν ἐξέλιξη τῆς κινήσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἤδη στόν 20ό αἰῶνα, ἡ ὀρθόδοξος πλευρά βαθμιαίως υἱοθετεῖ τίς μυστηριολογικές καί ἐκκλησιολογικές πλάνες πού ταυτίζονται μέ τήν θέση τοῦ Βατικανοῦ καί τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν. Αὐτό ἔρχεται σέ ὁλοφάνερη ἀντίθεση πρός τίς ἀποφάσεις τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς τῶν ἐτῶν 1971 καί 1983 καί πρός τά ἐπανειλημμένως ἐκδοθέντα Μηνύματα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐναντίον τῆς ἀναγνωρίσεως τῶν μυστηρίων τῶν ἑτεροδόξων τελετουργικῶν.

Συνεπῶς, ἡ διαμάχη σχετικῶς μέ τήν μυστηριακή ἐγκυρότητα τοῦ αἱρετικοῦ βαπτίσματος, ἀλλά ἐπίσης σχετικῶς καί μέ τό κανονιστικό τελετουργικό, ἡ ὁποία εὑρίσκεται στά θεμέλια τῆς διαιρέσεως μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως, μολονότι ἐπισήμως ἀποσιωπᾶται, παραμένει ἕνα ἀνοικτό πρόβλημα στόν σύγχρονο θεολογικό διάλογο. Ἐδῶ παρασιωπᾶται τό γεγονός ὅτι διά μέσου τῶν αἰώνων οἱ ἀρχές τῆς κανονικῆς «ἀκριβείας» καί «οἰκονομίας», ὡς πρός τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν, συνυπάρχουν μέν ἐν τοῖς πράγμασιν, ἀλλά ἡ δεύτερη οὐδέποτε κατήργησε τήν πρώτη ὡς τό ἱεροκανονικό τελετουργικό «minimum» τῶν τριῶν καταδύσεων μέ μία μοναδική ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι λυπηρή ἡ διαπίστωση ὅτι καί οἱ δύο πλευρές, τοῦ Βατικανοῦ καί τῶν Ὀρθοδόξων, ἀναζητοῦν ὅλο καί περισσότερο μία παρηγορία στό νά ἀπομακρύνονται ἀπό τήν αὐστηρή ἱεροκανονική πειθαρχία τῆς πρώτης χριστιανικῆς χιλιετίας, ἡ ὁποία ἀνοίγει εὐχερῆ ὁδό πρός τόν Χριστό,  ἀντικαθιστώντας την μέ συμβιβασμούς ἐναντίον τῶν Δογμάτων, ὅπου ὅμως ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός δέν παρίσταται. Ὡς ἐκ τούτου, ἕνα «ἀξίωμα» σημασιολογικῆς προσαρμογῆς τῆς θεολογικῆς γλώσσης στά ἀποστολικά καί πατερικά ἱεροκανονικά πρότυπα ὡς σέ ὕπατες πηγές διδασκαλικῆς αὐθεντίας, μαζί καί ἡ ἀνάγκη τῆς ἀναθεωρήσεως ὅλων τῶν διμερῶν συμφωνιῶν, ἀποτελοῦν μία ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν εἰλικρίνεια καί μακροπρόθεσμη ἀποτελεσματικότητα τοῦ διαλόγου.


Μετάφραση-ἐπιμέλεια: impantokratoros.gr
http://impantokratoros.gr/893FA90A.el.aspx



Wednesday, 27 May 2015

THE ORTHODOX TEACHING ABOUT THE INVALIDITY OF THE LATIN BAPTISM AND ITS SIGNIFICANCE FOR THE CONTEMPORARY THEOLOGICAL DIALOGUE

by Pawel P. Wroblewski, Ph.D.
Asst. Prof., University of Wroclaw (PL)

A summary of the lecture delivered on May 14th, 2015, during the international conference “Ex Oriente Lux : the Relations between the East and West over the Centuries” at the Ignatianum Academy of Cracow, Poland, in the presence of HE Jesuit Archbishop Cyril Vasil’, secretary of the Vatican Congregation for Eastern Churches, rector of the Pontifical Oriental Institute and consultor of the Pontifical Council for Promoting Christian Unity.
 
The unity of baptism, according to the words of St. Paul Apostle (Eph 4:5), results from the unity of faith in one God. The baptismal article contained in the Niceno-Constantinopolitan Creed also confirms that there is substantially an unique and unrepeatable Baptism in substantially the unique Church of Christ. St. Cyril of Jerusalem in Catechetical Lectures teaches that the Baptism of Christ sanctified all the baptismal rites. St. Basil the Great in the 91st Canon adds that all the provisions of the Holy Baptism, among them a triple immersion, are part of the unwritten Tradition, guarded in silence by the Fathers before any profanation.

The Orthodox teaching on the Mystery of Baptism, to the extent specified in the 2nd Canon of the Quinisext Ecumenical Council, forms the basis of non-recognition of the Latin sacraments, what in 1054 became the main complaint against patriarch Michael Keroularios of Constantinople. So, during the Middle Ages, the Orthodox Church refers to the heresy of papism the 7th Canon of the Second Ecumenical Council who set a norm for the Eunomians, baptizing only by one immersion (the same practice was introduced into the Western world by the 4th Council of Toledo in 633), to admit them to Orthodoxy as the Gentiles, that is through by Baptism. Writing about the innovations of the Latins, St. Simeon of Thessalonica noted that they don’t follow the canonical and threefold κατάδυσις (dipping, immersion), but only επίχυσις (infusion); they deny the unity of Baptism and Chrism, which in ancient times was found among the Novatianists; he also expressed its concern about the use of the active formula “ego te baptizo” instead of the passive “baptizatur servus Dei” at the invocation of the Holy Trinity, which blurs the image of the real efficient cause of the Mystery.

That traditional Orthodox position has been politically disrupted after the Union of Florence. A right reimbursement for the canonical “status quo ante” occurred in 1722 and 1755, when the Greek Orthodox Patriarchates have defined a obligatory way of making the conversion to Orthodoxy by the Holy Baptism. This decision was sanctioned by patriarch Cyril V of Constantinople by anathema. The complete ecclesiological and sacramentological reasons for that were given by St. Nicodemus the Hagiorite and St. Macarius of Corinth. They correspond with the Patriarchal and Synodic letters of 1848 and 1894 in a polemic with the Popes Pius IX and Leo XIII, which recognize Roman Catholicism as a heresy and condemn the innovations that violate the apostolic rite of triple immersion in the name of the Trinity.

Despite this, in the development of the ecumenism movement, already in the 20th century, the Orthodox side gradually is adopting the sacramentological and ecclesiological illusions coinciding with the position of the Vatican and the World Council of Churches. This is in stark contrast with the decisions of the Russian Orthodox Church outside of Russia of 1971 and 1983 and the repeatedly issued messages of the Holy Community of Mount Athos against sacramental recognition of the heterodox rites.

Thus, the dispute about the sacramental validity of heretical baptism, but also its normative ritual, standing at the origins of the division between East and West, though it is officially silenced, remains an open problem in the contemporary theological dialogue. Here it is omitted the fact that over the centuries the principles of canonical accuracy (ακρίβεια) and economy (οικονομία) in relation to the baptism of heretics are factually coexisting but the second never abolished the first in the canonical ritual minimum or three immersions with one Trinitarian invocation. It is sad to say that the both sides, Vatican and Orthodox, are increasingly seeking a solace in moving away from a strict canonical discipline of the first Christian millennium, which paves the easy way to Christ, replacing it with the anti-dogmatic compromises, in which Christ Himself does not exist. Therefore, a postulate for semantic reduction of theological language to the apostolic and patristic canonical norms, as the ultimate sources of doctrinal authenticity, is a necessary condition for the sincerity and long-term effectiveness of the dialogue, together with the need for a revision of all the bilateral agreements.




The Baptism of Christ, 12th century mosaic, Palermo, Italy