Ἡ ἀκυρότητα τοῦ λατινικοῦ βαπτίσματος
καί ὁ οἰκουμενικός διάλογος
Εἰσαγωγή Ἱ.Μ. Παντοκράτορος
Δημοσιεύουμε παρακάτω τήν περίληψη τῆς ἀκαδημαϊκῆς συμβολῆς τοῦ Ἐπικούρου Καθηγητοῦ κ. Παύλου Βρομπλέφσκι (Paweł P. Wróblewski), τοῦ ἐν Πολωνίᾳ Πανεπιστημίου τοῦ Βροκλάου, σέ διεθνές συνέδριο οἰκουμενιστικοῦ χαρακτῆρος πού ἔλαβε χώρα τόν παρελθόντα Μάιο (2015) στό Ἰησουϊτικό Πανεπιστήμιο Φιλοσοφίας καί Παιδείας «Ἰγνατιανόν» τῆς Κρακοβίας (“Jesuit University of Philosophy and Education Ignatianum”). Ἡ ὁμιλία τοῦ Καθηγητοῦ Βρομπλέφσκι, μία εἰλικρινής, πεπαρρησιασμένη καί ὀρθοδόξως ἀκριβής ἐκκλησιολογική τοποθέτηση, ἅπτεται καί πάλιν τοῦ φλέγοντος θέματος τῆς ὀρθῆς, ἀκριβοῦς ἑρμηνείας τῶν ἱερῶν Κανόνων καί τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Πατέρων περί τῆς ἀκυρότητος (κατά τήν εἰσδοχή κάποιου στήν Ὀρθοδοξία) ὅσων τύπων ἑτεροδόξου χριστιανικοῦ βαπτίσματος ἔχουν προηγηθεῖ (συμπεριλαμβανομένου τοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ) καί δέν ἔχουν γίνει μέ τριττή κατάδυση καί μία ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ὁ Καθηγητής οὐσιαστικῶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ «οἰκονομία» τῆς ἀποδοχῆς ἑτεροδόξων στήν Ἐκκλησία μέσῳ Χρίσματος καί ὄχι Βαπτίσματος, δέν καταργεῖ τήν ἐκκλησιολογική «ἀκρίβεια», ἀνέκαθεν μαρτυρημένη στήν Ἐκκλησία, ὅτι ὅλα τά μυστήρια τῶν αἱρετικῶν («ἑτεροδόξων») θεωροῦνται παντελῶς ἄκυρα, καί συνεπῶς εἰσερχόμενοι πάντες οἱ ἑτερόδοξοι στήν Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία, πρέπει νά βαπτίζονται ἐξ ἀρχῆς. Ἡ «οἰκονομία» τῆς ἀποδοχῆς τῶν αἱρετικῶν στήν Ὀρθοδοξία χωρίς Βάπτισμα, ἀλλά μόνον μέ Χρῖσμα, προϋποθέτει, κατά τούς ἱερούς Κανόνες, ὅτι τό βάπτισμά τους στήν αἵρεση ἔγινε ὄχι μόνον μέ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλά καί μέ τριπλῆ κατάδυσή τους στήν κολυμβήθρα. Αὐτό ὅμως δέν ἰσχύει στόν Παπισμό («Ρωμαιοκαθολικισμό»), διότι ἐκεῖ ἐφαρμόζεται ράντισμα (ἤ ἐπίχυση) καί ὄχι κατάδυση, ἐφόσον ἄλλωστε καί ἀπό τά ἀρχαῖα χρόνια εἶχε εἰσαχθεῖ στή Δύση καί ἡ ἀντικανονική, ἅπαξ κατάδυση, ἀντί τῆς ἐκκλησιαστικῆς, τῆς τριττῆς.
Περί τῆς θαυμαστῆς καί ἐν πλήρει ἐπιγνώσει μεταστροφῆς τοῦ Καθηγητοῦ Παύλου Βρομπλέφσκι στήν Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθόδοξη, ἔχουμε καί ἄλλοτε γράψει στήν ἱστοσελίδα μας. Τό παρόν κείμενο, ἐπιτομή τῆς ἐπιστημονικῆς του εἰσηγήσεως στό συνέδριο «Ἐξ Ἀνατολῶν Φῶς», μεταφράσαμε ἀπό τά ἀγγλικά, ἀπό τό blog «Ὀρθοτομία».
Ἡ ὀρθόδοξος διδασκαλία
περί τῆς ἀκυρότητος τοῦ λατινικοῦ βαπτίσματος
καί ἡ σημασία της γιά τόν σύγχρονο θεολογικό διάλογο
ὑπό Πάβελ Βρομπλέφσκι, Δρ. Φιλ.,
Ἐπικούρου Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Βροκλάου (Πολωνίας)
Μία περίληψη τῆς ὁμιλίας πού ἐκφωνήθηκε στίς 14 Μαΐου 2015, κατά τή διάρκεια τοῦ διεθνοῦς συνεδρίου «Ἐξ ἀνατολῶν φῶς: οἱ σχέσεις μεταξύ τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως διά μέσου τῶν αἰώνων» στήν Ἰγνατιανή Ἀκαδημία τοῦ Κράκοβ, στήν Πολωνία, παρόντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἰησουΐτου Ἀρχιεπισκόπου Κυρίλλου Βασιλείου, γραμματέως τῆς Βατικανῆς Ἐπιτροπῆς γιά τίς Ἀνατολικές Ἐκκλησίες, πρυτάνεως τοῦ Ποντιφηκικοῦ Ἀνατολικοῦ Ἰνστιτούτου καί συμβούλου τοῦ Ποντιφηκικοῦ Συμβουλίου γιά τήν Προώθηση τῆς Χριστιανικῆς Ἑνότητος.
Ἡ ἑνότητα τοῦ βαπτίσματος, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Ἐφ. 4, 5), προκύπτει ἀπό τήν ἑνότητα τῆς πίστεως στόν ἕνα Θεό. Τό περί βαπτίσματος ἄρθρο πού ἐμπεριέχεται στό Σύμβολο Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως ἐπίσης ἐπιβεβαιώνει, ὅτι ὑπάρχει οὐσιωδῶς ἕνα μοναδικό καί μή ἐπαναλαμβανόμενο Βάπτισμα στήν οὐσιωδῶς μοναδική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων στίς Κατηχητικές Ὁμιλίες διδάσκει ὅτι ἡ Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ εἶναι πού ἐξαγίασε ὅλα τά βαπτισματικά τελετουργικά. Ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας στόν 91ο Κανόνα του προσθέτει ὅτι ὅλες οἱ προϋποθέσεις τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, ἀνάμεσά τους καί ἡ τριττή κατάδυση, εἶναι μέρος τῆς ἀγράφου Παραδόσεως, πεφυλαγμένης σιωπηρῶς ἀπό τούς Πατέρες, κατέναντι ὁποιασδήποτε βεβηλώσεως.
Ἡ ὀρθόδοξος διδασκαλία γιά τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, στό βαθμό πού προσδιορίστηκε ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, συνιστᾷ τήν βάση γιά τήν μή ἀναγνώριση τῶν λατινικῶν μυστηρίων, θέμα τό ὁποῖο ἔγινε τό κύριο παράπονο ἐναντίον τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλαρίου τό ἔτος 1054. Λοιπόν, κατά τόν Μεσαίωνα, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐφαρμόζει στήν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ τόν Ζ΄ Κανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἔθεσε ἕνα πρότυπο γιά τούς Εὐνομιανούς, πού βάπτιζαν μέ μία μόνον κατάδυση (ἡ ἴδια πρακτική εἰσήχθη στόν δυτικό κόσμο ἀπό τήν 4η Σύνοδο τοῦ Τολέδου τό 633), νά γίνονται δεκτοί στήν Ὀρθοδοξία καθώς οἱ ἐθνικοί, δηλαδή μέσῳ Βαπτίσματος. Γράφοντας περί τῶν καινοτομιῶν τῶν Λατίνων, ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης σημείωνε ὅτι δέν ἀκολουθοῦν τήν σύμφωνη μέ τούς Κανόνες τριττή κατάδυση (βάπτισμα, “immersion”), ἀλλά μόνον ἐπίχυση (“infusion”)· ἀρνοῦνται τήν ἑνότητα Βαπτίσματος καί Χρίσματος, πρᾶγμα πού παρατηρήθηκε στήν ἀρχαιότητα μεταξύ τῶν Νοβατιανῶν· ἐπίσης, ἐξέφρασε τόν προβληματισμό του σχετικῶς μέ τήν χρήση τῆς ἐνεργητικῆς φωνῆς «ἐγώ σε βαπτίζω» [στούς Λατίνους], ἀντί τῆς παθητικῆς «βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ» [στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία] κατά τήν ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, πρᾶγμα πού κάνει θολή τήν εἰκόνα τῆς ἀληθοῦς δραστικῆς αἰτίας τοῦ Μυστηρίου.
Αὐτή ἡ παραδοσιακή ὀρθόδοξη θέση διεκόπη ἀπό τήν πολιτική ἐξουσία, μετά τήν Ἕνωση τῆς Φλωρεντίας. Μία ὀρθή ἀποκατάσταση τοῦ προηγουμένου ἱεροκανονικοῦ «στάτους κβό» ἔγινε στά 1722 καί 1755, ὅταν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες προσδιόρισαν τό Ἅγιον Βάπτισμα ὡς ὑποχρεωτική ὁδό γιά τήν μεταστροφή στήν Ὀρθοδοξία. Αὐτή ἡ ἀπόφαση ἐπιβεβαιώθηκε μέ ἀνάθεμα ἀπό τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλο Ε΄. Οἱ πλήρεις ἐκκλησιολογικοί καί μυστηριολογικοί λόγοι γι’ αὐτό δόθηκαν ἀπό τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί τόν Ἅγιο Μακάριο Κορίνθου· συνᾴδουν μέ τά Πατριαρχικά καί Συνοδικά Γράμματα τοῦ 1848 καί τοῦ 1894, μέ πολεμική πρός τούς Πάπες Πῖο 9ο καί Λέοντα 13ο, τά ὁποῖα ἀναγνωρίζουν τόν Ρωμαιοκαθολικισμό ὡς αἵρεση καί καταδικάζουν τίς καινοτομίες πού παραβιάζουν τόν ἀποστολικό τύπο τῆς τριπλῆς καταδύσεως εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Παρά ταῦτα, κατά τήν ἐξέλιξη τῆς κινήσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἤδη στόν 20ό αἰῶνα, ἡ ὀρθόδοξος πλευρά βαθμιαίως υἱοθετεῖ τίς μυστηριολογικές καί ἐκκλησιολογικές πλάνες πού ταυτίζονται μέ τήν θέση τοῦ Βατικανοῦ καί τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν. Αὐτό ἔρχεται σέ ὁλοφάνερη ἀντίθεση πρός τίς ἀποφάσεις τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς τῶν ἐτῶν 1971 καί 1983 καί πρός τά ἐπανειλημμένως ἐκδοθέντα Μηνύματα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐναντίον τῆς ἀναγνωρίσεως τῶν μυστηρίων τῶν ἑτεροδόξων τελετουργικῶν.
Συνεπῶς, ἡ διαμάχη σχετικῶς μέ τήν μυστηριακή ἐγκυρότητα τοῦ αἱρετικοῦ βαπτίσματος, ἀλλά ἐπίσης σχετικῶς καί μέ τό κανονιστικό τελετουργικό, ἡ ὁποία εὑρίσκεται στά θεμέλια τῆς διαιρέσεως μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως, μολονότι ἐπισήμως ἀποσιωπᾶται, παραμένει ἕνα ἀνοικτό πρόβλημα στόν σύγχρονο θεολογικό διάλογο. Ἐδῶ παρασιωπᾶται τό γεγονός ὅτι διά μέσου τῶν αἰώνων οἱ ἀρχές τῆς κανονικῆς «ἀκριβείας» καί «οἰκονομίας», ὡς πρός τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν, συνυπάρχουν μέν ἐν τοῖς πράγμασιν, ἀλλά ἡ δεύτερη οὐδέποτε κατήργησε τήν πρώτη ὡς τό ἱεροκανονικό τελετουργικό «minimum» τῶν τριῶν καταδύσεων μέ μία μοναδική ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι λυπηρή ἡ διαπίστωση ὅτι καί οἱ δύο πλευρές, τοῦ Βατικανοῦ καί τῶν Ὀρθοδόξων, ἀναζητοῦν ὅλο καί περισσότερο μία παρηγορία στό νά ἀπομακρύνονται ἀπό τήν αὐστηρή ἱεροκανονική πειθαρχία τῆς πρώτης χριστιανικῆς χιλιετίας, ἡ ὁποία ἀνοίγει εὐχερῆ ὁδό πρός τόν Χριστό, ἀντικαθιστώντας την μέ συμβιβασμούς ἐναντίον τῶν Δογμάτων, ὅπου ὅμως ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός δέν παρίσταται. Ὡς ἐκ τούτου, ἕνα «ἀξίωμα» σημασιολογικῆς προσαρμογῆς τῆς θεολογικῆς γλώσσης στά ἀποστολικά καί πατερικά ἱεροκανονικά πρότυπα ὡς σέ ὕπατες πηγές διδασκαλικῆς αὐθεντίας, μαζί καί ἡ ἀνάγκη τῆς ἀναθεωρήσεως ὅλων τῶν διμερῶν συμφωνιῶν, ἀποτελοῦν μία ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν εἰλικρίνεια καί μακροπρόθεσμη ἀποτελεσματικότητα τοῦ διαλόγου.
Μετάφραση-ἐπιμέλεια: impantokratoros.gr
http://impantokratoros.gr/893FA90A.el.aspx